13/6/12

Ο μαχητικός ψαράς (Παραμύθι από Λετονία)




Και είπε μανιασμένα ο ΓΙΓΑΝΤΑΣ στο ψαρά Παστάρις:
Η ψυχή μου είναι κρυμμένη κάπου, που κανείς δε μπορεί να φτάσει…
Ο Μαχητικός Ψαράς (Παραμύθι από τη Λετονία)

Ο νεαρός ψαράς Παστάρις ανοιγόταν συχνά στη Βαλτική αναζητώντας μεγάλα κοπάδια από ψάρια. Ένα απόγευμα, καθώς πήγαινε σπίτι του, το νερό άρχισε να αφρίζει δίπλα στη βάρκα του και ένας τεράστιος γίγαντας αναδύθηκε από τα βαθιά νερά. Πριν προλάβει ο Παστάρις να κάνει οτιδήποτε, ο γίγαντας τον άρπαξε και τον κουβάλησε στο κάστρο του, σ' ένα απομονωμένο νησί.
    
"Θα μου μαγειρεύεις και θα συγυρίζεις το κάστρο μου. Αν δουλέψεις σκληρά, θα σε ανταμείψω καλά. Έναν κανόνα μόνο θέλω να τηρείς: αν ακούσεις τίποτα περίεργους θορύβους τη νύχτα, να μη δώσεις σημασία". Διέταξε ο γίγαντας.
     
Ο Παστάρις παραξενεύτηκε πολύ με τον κανόνα του γίγαντα, όμως συμφώνησε - τι μπορούσε άλλωστε να κάνει ? Εκείνο το βράδυ, πετάχτηκε από το κρεβάτι του. Κάποιος έκλαιγε με λυγμούς στο διπλανό δωμάτιο. Άναψε ένα κερί και πήγε να δει τι συμβαίνει. Μια κοπέλα καθόταν στην άκρη του κρεβατιού της, κλαίγοντας. 

"Τι συμβαίνει, γιατί κλαις?" ρώτησε ο Παστάρις.
"Με έκλεψε ο γίγαντας,θέλει να τον παντρευτώ".
     
Τη στιγμή εκείνη, βαριά βήματα ακούστηκαν στο διάδρομο. 

"Σε προειδοποίησα να υπακούσεις τον κανόνα μου!" βρυχήθηκε ο γίγαντας και πέταξε τον Παστάρις έξω από το παράθυρο. 

Ο Παστάρις προσγειώθηκε σε μια ερημιά, μακρυά από τη Βαλτική. Περπατούσε και περπατούσε, ψάχνοντας το δρόμο της επιστροφής. Δεν μπορούσε να βγάλει από το μυαλό του την όμορφη κοπέλα που άφησε πίσω στο κάστρο. Λίγο μετά, συνάντησε τέσσερις κυνηγούς που κάθονταν γύρω από μία φωτιά.
    
"Βοήθησέ μας, σκοτώσαμε μια αρκούδα και δεν μπορούμε να τη μοιράσουμε δίκαια".
     
Ο Παστάρις δανείστηκε ένα σπαθί και έκοψε την αρκούδα σε τέσσερα ίσα μέρη. Ο κάθε κυνηγός του έδωσε για αντάλλαγμα ένα δώρο. Ο πρώτος, του έδωσε μια τρίχα από ουρά ταύρου. 

"Κράτα την στο χέρι σου και θα έχεις την πιο δυνατή γροθιά στον κόσμο".
     
Ο δεύτερος του πρόσφερε ένα πούπουλο. "Κρύψτο πίσω από το αυτί σου και θα μπορείς να πετάς γρήγορα όσο και το φως". 

Το δώρο του τρίτου κυνηγού ήταν το λέπι ενός ψαριού."Κράτα το ανάμεσα στα δάχτυλά σου και θα μπορείς να κολυμπάς γρηγορότερα και από καρχαρία". 

Ο τελευταίος του έδωσε το πόδι ενός μυρμηγκιού. "Χρησιμοποίησέ το σαν φτυάρι και αυτό θα σκάψει και θα σε βγάλει στην άλλη άκρη της Γης".
     
Με τα τέσσερα δώρα στην τσέπη, ο Παστάρις ξεκίνησε για το κάστρο. Μετά από λίγο, άκουσε ένα γνώριμο μουγκρητό. 

"Που νομίζεις πως πας?" ούρλιαξε ο γίγαντας.
     
Ο Παστάρις έσφιξε στην παλάμη του την τρίχα του ταύρου και του έδωσε μια γροθιά, που ο       γίγαντας εκτοξεύτηκε στον αέρα.
    
"Ελευθέρωσε το κορίτσι, γιατί θα σε σκοτώσω", φώναξε ο Παστάρις.
     
Ο γίγαντας μανιασμένος από θυμό, γέλασε περιφρονητικά. 

"Δεν μπορείς να με σκοτώσεις. Η ψυχή μου είναι κρυμμένη κάπου, που κανείς δεν πρόκειται να τη φτάσει. Μέσα σ' ένα σεντούκι στο κάστρο μου, υπάρχει ένα σπαθί που μπορεί να κόψει οτιδήποτε, ακόμη και τα μαγεμένα δέντρα του δάσους γύρω από το κάστρο.  Σ' αυτό το δάσος ζει ένας καλικάντζαρος που φυλάει ένα λευκό περιστέρι. Και στη φωλιά του περιστεριού, υπάρχει ένα αυγό. Η ψυχή μου είναι εκεί μέσα. Κανείς δεν έχει καταφέρει να βρει τη φωλιά, αλλά και όσοι την βρήκαν, δεν μπόρεσαν να σπάσουν το αυγό".
     
Ο Παστάρις έβγαλε από την τσέπη του το λέπι του ψαριού και βούτηξε στη θάλασσα. Με λίγες απλωτές, έφτασε στο κάστρο του γίγαντα, βρήκε το σεντούκι και το άνοιξε με μια κλωτσιά. Το σπαθί ήταν εκεί! Ο Παστάρις άνοιξε δρόμο κόβοντας τα δέντρα μέσα στο μαγεμένο δάσος και βρήκε τον καλικάντζαρο που πρόσεχε το περιστέρι. Τον σκότωσε με ένα μόνο χτύπημα. Το περιστέρι, τρομαγμένο από τον θόρυβο, πέταξε ψηλά στον ουρανό. Ο Παστάρις το ακολούθησε με το μαγικό πούπουλο, πετώντας με τα αόρατα φτερά του.
Το περιστέρι διέσχισε τις επτά θάλασσες και έφτασε σε μια ζούγκλα δύσβατη, γεμάτη αναρριχητικά φυτά. Κάθισε σ' ένα δέντρο τόσο ψηλό, που ήταν αδύνατον να σκαρφαλώσει κανείς. Η φωλιά του ήταν κρυμμένη μέσα στο φύλλωμα και μέσα στη φωλιά, βρισκόταν το αυγό. Ο Παστάρις βούτηξε στον αέρα και το άρπαξε.  
 Το αυγό γλίστρησε από τα χέρια του και έπεσε κατ' ευθείαν στο έδαφος. Αντί όμως να σπάσει, αυτό θάφτηκε μόνο του βαθιά μέσα στη Γη. Ο Παστάρις έσκαψε το χώμα με το πόδι του μυρμηγκιού. Όταν βρήκε το αυγό, έβαλε στην μπότα του την τρίχα του ταύρου και το πάτησε με δύναμη. Η τελευταία κραυγή του γίγαντα, αντήχησε σε ολόκληρο τον κόσμο.
Ο Παστάρις χρησιμοποίησε το λέπι του ψαριού για να επιστρέψει γρήγορα στο κάστρο και να σώσει την όμορφη κοπέλα. Εκείνη, δέχτηκε με ενθουσιασμό να παντρευτεί το νεαρό και γενναίο ψαρά.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου